Μπεάρν

Μπεάρν
(Bearn). Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της νοτιοδυτικής Γαλλίας, που εκτείνεται στους πρόποδες των Πυρηναίων και κατά μεγάλο μέρος αντιστοιχεί στον νομό των Ατλαντικών Πυρηναίων (7.629 τ. χλμ., 600.018 κάτ.). Είναι περιοχή γενικά ορεινή, με μέτρια όμως υψώματα· η οικονομία βασίζεται κυρίως στη γεωργία, που προμηθεύει μεταξύ άλλων τα γνωστά κρασιά Ζιρανσόν, και στην κτηνοτροφία, κυρίως βοοειδών και πουλερικών. Η ανακάλυψη κοιτασμάτων φυσικού αερίου στη Λακ επέτρεψε να ιδρυθούν μερικά εργοστάσια χημικών προϊόντων. Κυριότερες πόλεις είναι η Πο (περ. 80.000 κάτ.), πρωτεύουσα των Ατλαντικών Πυρηναίων, η Σαλί-ντε-Μπεάρν και η Ορτέζ, που είναι γεωργικές αγορές με μεγάλη κίνηση. Ιστορία. Η περιοχή πήρε το όνομα από ένα αρχαίο γαλλορωμαϊκό φρούριο, το Beneharnum. Λεηλατήθηκε και καταστράφηκε από τους Βανδάλους, τους Βησιγότθους και τους Σαρακηνούς, τον 9o αι. έγινε φέουδο του δουκάτου της Aκουιτανίας και το 1290 αποτέλεσε τμήμα των κτήσεων του οίκου των Φουά. Η χώρα, που δεν μετείχε στον Εκατονταετή Πόλεμο, επωφελήθηκε από τη μακρά περίοδο ειρήνης για να βελτιώσει τη διοίκηση και να αναπτύξει την οικονομία της: διέθετε δικό της κοινοβούλιο και νομοθεσία και απολάμβανε προνομίων. Το 1482 τιτλούχος της κομητείας έγινε, ύστερα από γάμο, ο Ιωάννης ντ’ Αλμπρέ, του οποίου η μικρανιψιά Ιωάννα την άφησε στον γιο της Ερρίκο. Προς, όταν ανέβηκε στο θρόνο της Γαλλίας (Ερρίκος Δ’), αν και διατήρησε την κυριαρχία της περιοχής, δεν τη συνένωσε με το στέμμα· η περιοχή έχασε την αυτονομία της μόνο το 1620 επί της βασιλείας του Λουδοβίκου ΙΓ’.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • κούρτη — Συμβούλιο ηγεμόνων κατά τη διάρκεια της φραγκοκρατίας, που φρόντιζε για τις πολιτικές και, συχνά, για τις δικαστικές υποθέσεις. Απαρτιζόταν από δώδεκα βαρόνους του Μοριά, τους κατώτερους υποτελείς άρχοντες και συνήθως από δύο κληρικούς.… …   Dictionary of Greek

  • Παλέ, Μαξιμίν — (Palay) (γνωστός και ως Σιμέν). Γάλλος ποιητής και λεξικογράφος, που έγραψε στη γλώσσα οκ. Δημιούργησε πολλές συλλογές ποιημάτων, στη γασκονική διάλεκτο καθώς και ένα Λεξικό της σύγχρονης γλώσσας του Μπεάρν και της Γασκόνης (1934) …   Dictionary of Greek

  • Πο — (Pau). Πόλη της Γαλλίας (83.790 κάτ.), πρωτεύουσα του νομού των Ανω Πυρηναίων. Είναι χτισμένη σε εξαιρετική θέση στο άκρο ενός οροπεδίου που δεσπόζει στην κοιλάδα του Γκαβ ντε Πο. Για την πανοραμική θέση της και το θαυμάσιο κλίμα της θεωρείται… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”